Η αγάπη απαιτεί την επιβεβαίωση του αγγίγματος. Οι περισσότεροι καυγάδες, στην πραγματικότητα είναι διαμαρτυρίες εναντίον της συναισθηματικής αποσύνδεσης. Κάτω από την ένταση, οι σύντροφοι αγωνιούν να μάθουν: Είσαι εκεί για μένα;
Μεγάλωσα στην παμπ των γονιών μου στην Αγγλία, όπου πάντοτε υπήρχε μπόλικο δράμα – καυγάδες, φλερτ, δάκρυα, εκρήξεις- όλα γύρω από την αγάπη. Παράλληλα, παρακολουθούσα τους γονείς μου να καταστρέφουν τη σχέση τους μέρα με τη μέρα. Από την εποχή εκείνη, βάλθηκα να διαπιστώσω τι πραγματικά σημαίνει αγάπη. Η μητέρα μου την περιέγραφε ως “ένα ευχάριστο πεντάλεπτο”. Από άλλους θεωρείται ως ένα μυστήριο μείγμα συναισθήματος και σεξ. Ή ένας συνδυασμός τρέλας και συντροφικότητας. Λοιπόν, είναι πολλά παραπάνω.
Μετά από τριάντα πέντε χρόνια έρευνας και συμβουλευτικής σε περισσότερα από εκατό ζευγάρια κατέληξα στις προσωπικές μου διαπιστώσεις, με βάση τις οποίες και σε συνδυασμό με έναν αξιόλογο όγκο επιστημονικών πορισμάτων, μπορώ πλέον να πω με βεβαιότητα πως γνωρίζουμε τι είναι η αγάπη. Είναι ενστικτώδης αλλά όχι απαραίτητα προφανής: είναι η συνεχής αναζήτηση για μια βασική, ασφαλή σχέση με κάποιον άλλο. Μέσα από αυτό τον δεσμό, οι σύντροφοι που αγαπιούνται, εξαρτιούνται ο ένας από τον άλλο για φροντίδα, χάδια και προστασία.
Έχουμε μια έμφυτη ανάγκη για συναισθηματική επαφή και ανταπόκριση από τους σημαντικούς άλλους. Είναι μια ανάγκη επιβίωσης, η κινητήριος δύναμη για το δεσμό ασφάλειας που αναζητά ένα παιδί από τη μητέρα του. Αυτή η παρατήρηση βρίσκεται στον πυρήνα της θεωρίας προσκόλλησης. Πολλά στοιχεία υποδεικνύουν πως η ανάγκη για ασφαλή δεσμό δεν εξαφανίζεται ποτέ· εξελίσσεται σε μια ενήλικη ανάγκη για ασφαλή συναισθηματική σχέση με έναν σύντροφο. Σκεφτείτε με πόση αγάπη κοιτάζει η μητέρα το παιδί της, όπως δυο αγαπημένοι κοιτάζονται βαθιά στα μάτια.
Μολονότι η κουλτούρα μας θεωρεί την εξάρτηση ως κάτι κακό, μια αδυναμία, δεν είναι. Το να είμαστε προσκολλημένοι σε κάποιον, μας παρέχει τη μεγαλύτερη αίσθηση ασφάλειας και σιγουριάς. Σημαίνει να στηριζόμαστε σ΄ ένα σύντροφο που είναι παρών, που ξέρουμε ότι μας υπολογίζει και ότι θα ανταποκριθεί στις συναισθηματικές μας ανάγκες.
Η πιο σημαντική αρχή της θεωρίας προσκόλλησης είναι πως η απομόνωση, όχι μόνο η σωματική αλλά και η συναισθηματική, είναι τραυματική για τα ανθρώπινα όντα. Ο εγκέφαλος στην πραγματικότητα την κωδικοποιεί ως κίνδυνο.
Το δράμα της αγάπης που έβλεπα να διαδραματίζεται ως παιδί στο μπαρ κάθε βράδυ, αφορά την ανθρώπινη δίψα για ασφαλή δεσμό, μια επιτακτική ανάγκη επιβίωσης που βιώνουμε από την ώρα της γέννησης, ως το θάνατό μας. Όταν αισθανθούμε ασφαλείς με το σύντροφό μας, μπορούμε να ανταποκριθούμε ευκολότερα στις δυσκολίες που προκύπτουν κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Φθαρμένοι δεσμοί
Ξεκινάμε τις σχέσεις μας, νιώθοντας βαθιά σύνδεση με τους συντρόφους μας. Η ένταση όμως μειώνεται με τον καιρό. Τότε είναι που βιώνουμε την αίσθηση της αποσύνδεσης, και δυστυχώς, δεν εκφράζουμε καθαρά τα συναισθήματά μας. Ένας σύζυγος για παράδειγμα είναι ανήσυχος και χρειάζεται πολλή στήριξη, η σύντροφός του όμως τον αφήνει σπίτι μόνο του, θεωρώντας πως χρειάζεται απομόνωση. Είναι σχεδόν αδύνατο ν’ αποφευχθούν παρόμοιες καταστάσεις σε μια σχέση. Όπως και με το χορό, που καμιά φορά τσαλαπατάμε τον άλλο χωρίς να το θέλουμε.
Με το να χάνουμε τη σύνδεση μ’ ένα αγαπημένο άτομο, ωστόσο, διακινδυνεύουμε την προσωπική μας αίσθηση ασφάλειας. Δοκιμάζουμε ένα πρωταρχικό συναίσθημα πανικού. Ενεργοποιείται ένας συναγερμός στην αμυγδαλή του εγκεφάλου, στο κέντρο που ελέγχει το συναίσθημα του φόβου, και που ενεργοποιείται με την παραμικρή αίσθηση απειλής. Μόλις η αμυγδαλή στείλει ένα σήμα συναγερμού, παύουμε να σκεφτόμαστε και περνάμε στη δράση. Η απειλή μπορεί να προέρχεται από τον εξωτερικό κόσμο ή από τον εσωτερικό. Αυτό που μετράει όμως τελικά, είναι η αντίληψη που έχουμε για τα πράγματα, όχι η πραγματικότητα αυτή καθ’ αυτή. Όταν αισθανόμαστε εγκατάλειψη, είμαστε προγραμματισμένοι να μπαίνουμε σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Και αυτό ακριβώς είναι που κάνουμε μετά από στιγμές αποσύνδεσης, κάτι που έχει τεράστια επιρροή στη σχέση μας.
Μπορείτε να επιστρέψετε και να επανασυνδεθείτε αμέσως; Αν όχι, θα μπείτε σε διαμάχη, σύμφωνα με ένα συγκεκριμένο μοτίβο, το οποίο περιλαμβάνει αυτούς τους αποκαλώ “διαλόγους των δαιμόνων”. Αν πάρουν το πάνω χέρι, οδηγούν σε μια αίσθηση αφόρητης μοναξιάς. Η σχέση σας θα μοιάζει όλο και λιγότερο ασφαλής μέρος, και θα αρχίσει να ξεφτίζει. Αρχίζετε να αμφισβητείτε πως ο σύντροφός σας είναι ουσιαστικά παρών, πως σας θεωρεί σημαντικούς ή ότι σας βάζει σε προτεραιότητα.
Πάρτε το παράδειγμα ενός ζευγαριού που μόλις απέκτησε το πρώτο του παιδί. Ο ερχομός ενός νεογέννητου, είναι από μόνος του μια στρεσογόνος κατάσταση, και μια εμπειρία που δεν αφήνει χρόνο ούτε καν για τις απαραίτητες ώρες ύπνου. Είναι όμως και μια κατάσταση κατά την οποία οι φόβοι και οι ανάγκες και των δύο συντρόφων έχουν ιδιαίτερη ένταση. Ο άντρας θα μπορούσε να κάνει σκέψεις όπως: “Το ξέρω πως είναι λάθος, και το ξέρω πως είναι παιδιάστικο, αισθάνομαι όμως σα να ΄χω χάσει τη γυναίκα μου εξαιτίας του νεογέννητου.” Από την άλλη, η σύζυγος θα μπορούσε να σκεφτεί: “Από όταν απέκτησα το μωρό αισθάνομαι τόσο ευάλωτη. Φροντίζω αυτό το μικρό πλασματάκι, κι ενώ χρειάζομαι ακόμη περισσότερη στοργή και ανακούφιση, εκείνος είναι συνεχώς εκτός σπιτιού, δουλεύοντας όλη μέρα.” Οι προθέσεις και των δύο είναι οι καλύτερες- εκείνη φροντίζει το βρέφος, εκείνος εργάζεται σκληρά για να στηρίξει την οικογένειά του – αλλά αποτυγχάνουν στο να δώσουν ο ένας στον άλλο τη φροντίδα που χρειάζονται.
Σκεφτείτε από την άλλη το παράδειγμα ενός άντρα που είναι ένας υπάλληλος, ενώ η σύζυγος απογειώνεται επαγγελματικά στη νέα της καριέρα. Εκείνη ξοδεύει άπειρες ώρες σε εξαντλητικά πρότζεκτς, ενώ εκείνος στερείται τρυφερότητας, προσοχής και σεξ. Το να ξαπλώνει μόνος κάθε βράδυ, να την περιμένει, τον κάνει να αισθάνεται άσχημα που την χρειάζεται τόσο πολύ – όπως και να θυμώνει που εκείνη δεν μπορεί να δει πόσο τον επηρεάζει η απουσία της.
Συνήθως όμως, δε συζητάμε αυτές τις συγκρούσεις με όρους βαθιά ριζωμένων αναγκών. Αυτό που εκφράζουμε τις περισσότερες φορές, είναι τα επιφανειακά μας συναισθήματα, τον θυμό, την αδιαφορία ή την επίκριση. “Είναι τόσο θυμωμένος, νιώθω πως συνεχώς μου επιτίθεται”, ή “Είναι τόσο ψυχρή. Σα να μη νοιάζεται καθόλου!” Έτσι καταλήγουμε να αποσύρεται ο καθένας στη γωνιά του, θεωρώντας όλο και πιο δύσκολο το να εκφράσουμε τη βαθιά μας ανάγκη για σύνδεση, περιορίζοντας την πιθανότητα να κερδίσουμε αποδοχή ο ένας απ’ τον άλλο.
Οι γυναίκες συνήθως είναι πιο ευαίσθητες στα πρώτα σημάδια διακοπής της σύνδεσης απ’ ότι οι άντρες, και η απόκρισή τους είναι συχνά να ξεκινήσουν αυτό που εγώ αποκαλώ “χορό της αποσύνδεσης”. Είναι σχεδόν βέβαιο πως θα κάνουν μια άκαρπη προσπάθεια να πιέσουν το σύντροφό τους να τους δώσει μια ανακουφιστική απόκριση. Το κάνουν όμως μ’ ένα τρόπο που σχεδόν εγγυάται πως η βασική τους ανάγκη δεν θα καλυφθεί – κατηγορούν το σύντροφό τους ως αποτυχημένο σε πολύ βασικά ζητήματα. Οι άντρες, από την άλλη, έχουν εκπαιδευτεί στο να καταπιέζουν τις συναισθηματικές τους αποκρίσεις και ανάγκες, κάτι που τους οδηγεί στο να αποφεύγουν την διαμάχη. Αλλά τόσο η οργή της όσο και η αποφυγή του, καλύπτουν αυτό που βρίσκεται πίσω από την επιφάνεια – μια υπόγεια ευαλωτότητα και μια ανάγκη για σύνδεση, που τώρα συνδυάζεται με θλίψη, ντροπή, και το χειρότερο απ’ όλα, με φόβο.
Πολύ συχνά, αυτό που τα ζευγάρια δεν βλέπουν, είναι πως οι περισσότεροι καυγάδες είναι στην πραγματικότητα εκδηλώσεις διαμαρτυρίας για την έλλειψη σύνδεσης, αφού οι σύντροφοι θέλουν απελπισμένα να ξέρουν: Μπορώ να υπολογίσω πάνω σου; Με χρειάζεσαι; Βασίζεσαι πάνω μου;
Επιδιορθώνοντας τους δεσμούς
Για χρόνια, οι θεραπευτές έβλεπαν αυτούς τους “διαλόγους δαιμόνων” ως παιχνίδια εξουσίας. Προσπάθησαν να λύσουν τα προβλήματα των ζευγαριών διδάσκοντάς τους τεχνικές επίλυσης προβλημάτων. Αυτή η τακτική όμως, είναι σα να προσφέρεις χαρτομάντιλα ως θεραπεία, σε ένα περιστατικό πνευμονίας. Αγνοεί τα προβλήματα δεσμού που υποβόσκουν. Περισσότερο από τον αγώνα για έλεγχο, το ζητούμενο είναι η συναισθηματική απόσταση.
Και δεν υπάρχει πιο δυσάρεστο συναίσθημα απ’ το να μην ξέρεις πώς να γεφυρώσεις αυτή την απόσταση. Στο γραφείο μου, οι άντρες συχνά μου λένε: “Κάνω τα πάντα για να δείξω το ενδιαφέρον μου. Κουρεύω το γκαζόν, φέρνω έναν καλό μισθό στο σπίτι, λύνω προβλήματα, και είμαι πιστός. Γιατί στο τέλος είναι σα να μην μετράνε όλ’ αυτά και το μόνο για το οποίο μιλάει ή γυναίκα μου είναι τα συναισθήματα και οι αγκαλίτσες;” Κι εγώ τους απαντώ: “Γιατί πολύ απλά, έτσι είμαστε φτιαγμένοι. Χρειαζόμαστε κάποιον να μας δώσει αξία, να μας αγκαλιάσει σφιχτά. Μήπως έχετε ξεχάσει πόσο το χρειάζεστε κι εσείς οι ίδιοι;”
Όταν διαπληκτιζόμαστε με τους συντρόφους μας, τείνουμε να κυνηγάμε την μπάλα μες στο γήπεδο, ασχολούμενοι με την τελευταία πάσα, ακόμη κι αν δεν έχουμε καμιά όρεξη να παίξουμε ποδόσφαιρο. Είναι πιθανόν να σταματήσει αυτός ο “διάλογος των δαιμόνων”, αλλά το πρώτο βήμα είναι να έχουμε επίγνωση ότι εκτυλίσσεται μια παρτίδα. Όταν συνειδητοποιήσετε πως επαναλαμβάνετε το ίδιο μοτίβο διαμάχης, μπορείτε να αποφασίσετε αν θέλετε να κάνετε μια παύση στο παιχνίδι ή όχι.
Οι απογοητεύσεις είναι πάντα μέρος της σχέσης. Έχετε όμως την ελευθερία ν’ αποφασίσετε πώς θα τις διαχειριστείτε. Θα μπείτε σε άμυνα εξαιτίας του φόβου ή σε μια διάθεση κατανόησης; Ας υποθέσουμε πως η σύντροφός σας, σας λέει: “Δεν έχω και πολλή διάθεση για σεξ απόψε.” Μπορεί να πάρετε μια βαθιά ανάσα και να σκεφτείτε πόσο πολύ σας αγαπάει, και να πείτε: “Κρίμα, και το περίμενα πώς και πώς!” ή μπορεί να πείτε σαρκαστικά: “Βέβαια! Ούτως ή άλλως εμείς δεν κάνουμε σεξ εδώ και χρόνια!”.
Φυσικά, μπορεί να αισθάνεστε πως δεν έχετε επιλογή, τη στιγμή που το κουμπί του συναγερμού σας πατιέται και τα έντονα συναισθήματα αναδύονται απειλητικά. Αλλά ακόμη και η επίγνωση του ότι έχει πατηθεί ένα κουμπί, μπορεί να σας ηρεμήσει. Μπορεί να σκεφτείτε: Τι συμβαίνει; Ουρλιάζω, ενώ μέσα μου αισθάνομαι ταπεινότητα. Τότε μπορείτε να πείτε στο σύντροφό σας: Έχω πανικοβληθεί – σα να έχω πληγωθεί.
Αν αποκριθείτε με μια προσφορά για επανασύνδεση, ευελπιστείτε πως και ο σύντροφός σας θα κάνει το ίδιο, επίσης, αντί να πει κάτι το επώδυνο όπως: Πάντα τέτοιο γαϊδούρι ήσουνα!
Αυτό είναι το κουμπί στις σχέσεις, για ν’ αλλάξει ο χορός, και οι δύο σύντροφοι χρειάζεται ν’ αλλάξουν τα βήματά τους.
Απλώς και μόνο με το να αποδεχτείτε την ανάγκη σύνδεσης αντί να αισθάνεστε ντροπή γι’ αυτό σας το συναίσθημα, είναι το πρώτο σημαντικό βήμα, κάτι που ισχύει τόσο για singles όσο και για δεσμευμένους. Ένας single θα μπορούσε να πει: “Αισθάνομαι θλίψη γιατί είμαι μονάχος, από την άλλη όμως ξέρω πως δε θα έπρεπε να νιώθω έτσι. Ξέρω ότι θα πρεπε να είμαι ανεξάρτητος.” Αισθάνεται θλίψη που είναι μόνος, αλλά μετά αυτομαστιγώνεται γι’ αυτό. Όταν ντρεπόμαστε για τα συναισθήματά μας, τείνουμε να τα κρύβουμε από τους άλλους, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο που σχεδόν αποκλείει το να βρούμε την κοινωνική σύνδεση που τόση ανάγκη έχουμε.
Το άγγιγμα που θεραπεύει
Οι άντρες συνήθως μου λένε: “Ακόμη κι αν αισθανθώ πως με χρειάζεται πραγματικά ή ότι αισθάνεται φοβισμένη, δεν ξέρω τι να κάνω!” Μπορεί να φτιάξει στη σύζυγο ένα φλιτζάνι τσάι, το οποίο είναι πολύ τρυφερό σαν κίνηση – αλλά δεν είναι ακριβώς αυτό που εκείνη έχει ανάγκη. Αν την έπιανε απ’ τον ώμο και την αγκάλιαζε απαλά, ωστόσο, ίσως η προσπάθειά του για σύνδεση να ήταν πιο πετυχημένη.
Οι άντρες συχνά ομολογούν πως δεν ξέρουν πώς να διαχειριστούν παρόμοιες καταστάσεις. Εντούτοις, οι άντρες ξέρουν πώς να ανακουφίζουν – το κάνουν με τα παιδιά, όταν τ’ αγκαλιάζουν και τους ψιθυρίζουν γλυκά το βράδυ. Η διαφορά είναι, πως βλέπουν την ευθραυστότητα των παιδιών τους και ανταποκρίνονται σ’ αυτήν, αλλά οταν πρόκειται για τη σύζυγο, στο πρόσωπό της βλέπουν έναν αυστηρό κριτή. Κι αυτή, όμως, αισθάνεται ευάλωτη.
Το άγγιγμα είναι ο πρωταρχικός τρόπος σύνδεσης με ένα άλλο ανθρώπινο ον. Με το να πάρετε στα χέρια σας το χέρι του συντρόφου σας όταν είναι αναστατωμένος ή με το να τον αγγίξετε στον ώμο σε μια στιγμή διαφωνίας, μπορείτε αυτόματα να μειώσετε δραματικά τον θυμό και το άγχος.
Ο κόσμος της ψυχοθεραπείας τα τελευταία χρόνια χαρακτηρίζεται από μια εμμονή με τα όρια. Εγώ αντίθετα θεωρώ πως το πρόβλημα είναι ακριβώς το αντίθετο – είμαστε όλοι υπερβολικά αποξενωμένοι ο ένας απ’ τον άλλο.
Αν παρακολουθήσετε δύο ερωτευμένους, θα δείτε πως αγγίζονται όλη την ώρα. Αν πάλι παρακολουθήσετε δύο ανθρώπους που τα ξαναβρίσκουν μετά από ένα “χορό δαιμόνων”, αγγίζονται ακόμη παραπάνω. Είναι ο πιο απτός τρόπος να εκδηλώσουν την ανάγκη τους για επανασύνδεση.
Ασφαλές (και πικάντικο) sex
Ένας μεγάλος μύθος για την αγάπη, είναι πως έχει ημερομηνία λήξης, πως το πάθος είναι σαν ένας υψηλός πυρετός που θα πέσει. Είναι λίγο κωμικό, δεν βλέπω κανένα επιστημονικό υπόβαθρο πίσω απ’ τη θεωρία που υποστηρίζει πως οι άνθρωποι δεν μπορούν να έχουν μακροχρόνιες σχέσεις αγάπης.
Όσοι κάνουν παράλληλες σχέσεις, δεν το κάνουν γιατί έχουν βαρετή σεξουαλική ζωή. Ποτέ δε μου ήρθε κάποιος στο γραφείο, να μου πει πως ξεκίνησε εξωσυζυγική σχέση γιατί βαριόταν το σύντροφό του στο κρεβάτι. Διατηρούν παράλληλες σχέσεις γιατί αισθάνονται μοναξιά, γιατί αδυνατούν να συνδεθούν συναισθηματικά. Τότε, κάποιο άλλο άτομο τους χαμογελά και τους κάνει να αισθανθούν μοναδικοί – και ξαφνικά, βρίσκονται σ’ αυτή την παράξενη κατάσταση, όπου είναι δεσμευμένοι με ένα άτομο, αλλά μοιάζει σα να επικοινωνούν καλύτερα με ένα άλλο.
Το πάθος είναι όπως οτιδήποτε άλλο: έχει τα πάνω και τα κάτω του. Το σεξ όμως, θα γίνει βαρετό αν γίνει μονοδιάστατο, αποκομμένο από το συναίσθημα. Αντίθετα, αν εμπλακείτε συναισθηματικά, το σεξ θα αποκτήσει άπειρες διαστάσεις, και θα γίνει τόσο παιχνίδι, όσο και πάθος.
Αποκαλώ αυτό το είδος σεξ, “σεξ συγχρονισμού”, όπου η συναισθηματική ανοιχτότητα και ανταπόδοση, το τρυφερό άγγιγμα και η ερωτική εξερεύνηση, πάνε χεράκι χεράκι. Όταν οι σύντροφοι έχουν έναν ασφαλή συναισθηματικό δεσμό, η σωματική οικειότητα μπορεί να διατηρήσει όλη την αρχική της φλόγα και δημιουργικότητα. Οι εραστές μπορούν να είναι τρυφεροί και παιχνιδιάρηδες τη μια στιγμή, άγριοι και ερωτικοί την άλλη. Οι σύντροφοι με ασφαλή προσκόλληση μπορούν ευκολότερα να εκφράσουν τις ανάγκες και τις προτιμήσεις τους και είναι πιο πρόθυμοι να πειραματιστούν σεξουαλικά με τους συντρόφους τους.
Σε μια ασφαλή σχέση, η έκσταση δεν έρχεται από την προσπάθεια να αναζωπυρωθεί το αρχικό πάθος, αλλά από το ρίσκο που προκαλεί η ανοιχτότητα στην κάθε στιγμή, στο εδώ και στο τώρα της σωματικής εμπειρίας και της συναισθηματικής σύνδεσης. Με αυτή την ανοιχτότητα δημιουργείται η αίσθηση πως το σεξ με τον σύντροφο, είναι κάθε φορά, μια νέα περιπέτεια.
Αγάπη που διαρκεί
Όταν συνδεθούμε με το σύντροφό μας, και καλύψουμε και οι δύο τις ανάγκες μας για ασφαλή δεσμό, πρέπει να συνεχίσουμε να είμαστε συναισθηματικά διαθέσιμοι στη σχέση. Μπορούμε να το επιτύχουμε αυτό, με το να βοηθάμε ο ένας τον άλλο να εντοπίσουμε εκείνα τα προβλήματα στη σχέση μας, που έρχονται και επανέρχονται.
Αντί για παράδειγμα να εκρήγνυστε κάθε φορά που η αγαπημένη σας προγραμματίζει ριψοκίνδυνες αναβάσεις, εξηγήστε της πως ο θυμός σας γεννιέται από το φόβο μην τη χάσετε. Υπογραμμίστε της τις προφυλάξεις που θα μπορούσε να πάρει. Ή, αν συχνά αισθάνεστε εγκατάλειψη όταν εκείνος σας αφήνει με το βάρος να φροντίσετε μόνη σας τα μικρά, σχεδιάστε, πώς εσείς και ο σύζυγός σας μπορείτε να γίνετε καλύτεροι γονείς μαζί, ώστε να μη φτάσετε να διαμαρτύρεστε πως είστε πτώμα από την ταλαιπωρία.
Θα ‘πρεπε επίσης να γιορτάζετε τις καλές στιγμές παρέα, τόσο τις μεγάλες όσο και τις μικρές. Αγγίξτε, αγκαλιάστε και φιλήστε ο ένας τον άλλο όταν ξυπνάτε, όταν φεύγετε απ’ το σπίτι, όταν επιστρέφετε, όταν πηγαίνετε για ύπνο.
Γιορτάστε επετείους, γενέθλια και σημαντικές για τη σχέση σας ημερομηνίες. Αυτές οι τελετουργίες συντηρούν το αίσθημα ασφάλειας που δημιουργεί η σχέση, μέσα σ’ έναν κόσμο διασπασμένο και χαοτικό.
Οι λέξεις φτιάχνουν την πραγματικότητά μας, και οι ιστορίες που λέμε στον εαυτό μας για τη ζωή μας, τη διαμορφώνουν ανάλογα. Φανταστείτε μια μελλοντική σχέση αγάπης με το σύντροφό σας, που να δείχνει πώς θα είναι η κοινή σας ζωή μετά από πέντε ή δέκα χρόνια. Θα σας ωθήσει να κρατήσετε το δεσμό σας ισχυρό.
Μια αγκαλιά ορθάνοιχτη
Επειδή η σύνδεση είναι πανανθρώπινη ανάγκη, η αγάπη από την οπτική της σύνδεσης, μπορεί να βοηθήσει τους γονείς να κατανοήσουν τις διαμάχες με τα παιδιά τους. Έπινα πρόσφατα καφέ με τον έφηβο γιο μου, και του έβαλα τις φωνές σχετικά με το βουητό της καφετιέρας, ενώ εκείνος κρατούσε μούτρα και ξεφυσούσε. Τότε ξαφνικά είπε: “Μαμά, πόσες φορές συμβαίνει αυτό, εγώ να νιώθω πως με κρίνεις, κι εσύ να νιώθεις πως εγώ δε δίνω δεκάρα για όσα λες;” Ξεσπάσαμε και οι δύο σε γέλια, και ο θυμός μου ξεθύμανε.
Όταν ξέρουμε τι πραγματικά είναι η αγάπη, ξέρουμε και πώς να τη στηρίξουμε. Είναι στο χέρι μας να χρησιμοποιήσουμε αυτή τη γνώση ώστε να θρέψουμε μ’ αυτήν τους συντρόφους και τις οικογένειές μας. Και τότε, με ενσυναίσθηση και θάρρος, μπορούμε να εντοπίσουμε τρόπους να τη διαδώσουμε στον κόσμο, ώστε να επιφέρουμε την αλλαγή.
Πηγή: psychologytoday.com
Συγγραφέας: Sue Johnson
Απόδοση: Μ. Μαγγανάρη, M.Sc in Person Centred Counseling and Psychotherapy, M.B.A., B.A.
Επιμέλεια: PsychologyNow.gr