Ο Ζαν Πωλ Σαρτρ είπε πως «ο άνθρωπος είναι απόλυτα ελεύθερος γι’ αυτό είναι και απόλυτα υπεύθυνος». Κι όμως, πολύ συχνά η προσοχή εστιάζεται σε αυτό που κάνουν, ή μας κάνουν, οι άλλοι. Τεντώνουμε και κουνάμε το δάχτυλο δείχνοντας και κατηγορώντας. Μα, όπως λέει μια εκπαιδεύτρια μου, κάθε φορά που το ένα μας δάχτυλο δείχνει κάποιον άλλον, τα υπόλοιπα τέσσερα δείχνουν τον εαυτό μας…
Ο καθένας είναι υπεύθυνος για τη ζωή του και για τις επιλογές του, μια γενική αλήθεια που δύσκολα θα μπορούσε κάποιος να αμφισβητήσει, τουλάχιστον στους δυτικούς πολιτισμούς. Αυτή η γενική αλήθεια ωστόσο, μπορεί να πάρει δύο αποχρώσεις.
Η μια κοιτάει την ευθύνη σαν ένα χρέος, αξιολογώντας διαρκώς και τρέφοντας τις ενοχές για τις «λάθος» επιλογές και τις ευθύνες που δεν αναλήφθηκαν «όπως έπρεπε». Τότε η ευθύνη καταλήγει να διαμοιράζεται σαν μια ετυμηγορία δικαστηρίου, ενώ η διχοτομική αξιολόγηση «καλός» «κακός» κυριαρχεί στην αυτό-αξιολόγηση, δίνοντας μια σκληρότητα στην όψη του εαυτού.
Σκέφτομαι τη λέξη ευθύνη με αυτή την απόχρωση και ο συνειρμός μου με πηγαίνει στο φταίξιμο. Μου έρχεται ένα αρνητικό φορτίο, σα να ακούω μια κατηγορία. Ακολουθεί η ντροπή, ίσως και η ενοχή. Σα να έχω κάνει κάτι λάθος, και τελικά η ευθύνη γίνεται ένα βάρος. Κι έτσι γίνεται πιο εύκολο να κατηγορήσω τους άλλους για να μη κινδυνέψει η εικόνα μου. Στρέφω την προσοχή μου αλλού, για να μην κινδυνέψω. Είναι λογικό να θέλω να γλυτώσω από τόση ντροπή και ενοχή. Και κάπου εκεί χάνω και την ευκαιρία να με συναντήσω, να με γνωρίσω αληθινά, να με κοιτάξω με συμπόνια και κατανόηση…
Η άλλη απόχρωση σχετίζεται με τον τρόπο που στέκεται κανείς μέσα στις καταστάσεις και τις σχέσεις, με την αναγνώριση των επιλογών και των μοτίβων που αναπαράγει. Οι σχέσεις και οι καταστάσεις δεν δημιουργούνται ερήμην των ανθρώπων, ο καθένας έχει κάποιες επιλογές και κάποια περιθώρια κίνησης μέσα σε αυτό που φέρνει το περιβάλλον. Έτσι η κάθε συνθήκη δε δημιουργείται ούτε μόνο από τον εαυτό, ούτε μόνο από τους άλλους, παρά συν-κατασκευάζεται από όλα τα μέρη της εξίσωσης. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν «δύσκολα» περιβάλλοντα, περίπλοκες καταστάσεις, χειριστικοί ή άδικοι άνθρωποι, ή ότι άλλο έχει συναντήσει ο καθένας. Δεν αναιρείται δηλαδή η ευθύνη των άλλων ή των συνθηκών που δεν περνάν από τον έλεγχο του εαυτού. Μέσα σε μια κατάσταση όμως ο εαυτός καλείται κάπως να σταθεί και αυτή ακριβώς η στάση που επιλέγει, συνειδητά ή τυφλά, επηρεάζει και την ίδια τη διαμόρφωση της σχέσης, της κατάστασης και του περιβάλλοντος.
Δεν μου φέρεται άσχημα ο άλλος, εγώ του επιτρέπω να μου φέρεται άσχημα, άρα εγώ μου φέρομαι άσχημα. Κι έχω τους λόγους μου να το κάνω αυτό. Πόσο πόνο έχω περάσει, τι είναι αυτό που αποζητώ για να το επιτρέπω, ή τι είναι αυτό που κερδίζω και με κρατάω εκεί. Θέλω να σταθώ με συμπόνια, να με καταλάβω. Κι έτσι αφού με γνωρίσω μπορώ να επιλέξω πως θα συνεχίσω, τι θα επιτρέψω, τι μπορώ και τι χρειάζομαι στο εδώ και τώρα. Μπορώ να φύγω, να βάλω όρια μένοντας ή να αποφασίσω να συνεχίσω με τον ίδιο ακριβώς τρόπο γιατί το όφελος που παίρνω είναι μεγαλύτερο από την ταλαιπωρία μου. Από τη στιγμή όμως που θα δω τον εαυτό μου, στέκομαι διαφορετικά μέσα στην κατάσταση. Δεν με αφοπλίζω ξεχνώντας ή εγκαταλείποντας τον εαυτό μου. Η κάθε κατάσταση και η κάθε σχέση σταματάει να είναι ένα αδιέξοδο, γίνεται επιλογή. Μια επιλογή που δεν είναι απαραίτητα διαφορετική από την προηγούμενη, αλλά είμαι εγώ διαφορετική. Κι έτσι έχω αναλάβει την ευθύνη μου. Δεν είμαι πια ένα έρμαιο των καταστάσεων, είμαι ένας ελεύθερος άνθρωπος που έχει το δικαίωμα να επιλέγει, και όταν θέλει να αλλάζει τις επιλογές του.
Το να κατηγορεί κανείς τους άλλους είναι πολύ θελκτικό και φαντάζει πιο εύκολο και ακίνδυνο. Από τη γωνία που το βλέπω τώρα όμως, μου φαντάζει πολύ πιο επικίνδυνο. Με αφοπλίζω, εκχωρώ τη δύναμη μου, και τελικά έχω καταφέρει να μη με κατηγορήσω αλλά ταυτόχρονα δεν με έχω δει. Μιλώντας μόνο για τους άλλους, ζω μέσα από τις ζωές των άλλων. Με μια ψευδαίσθηση ότι οι άλλοι θα αλλάξουν, θα γίνουν όπως τους θέλουμε, πιστεύοντας ότι ξέρουμε καλύτερα πως πρέπει να ζήσουν τη ζωή τους, τελικά ξεχάσαμε να ζήσουμε τη δική μας ζωή…
Η ευθύνη λοιπόν δεν είναι ένα δικαστήριο όπου αποδίδονται κατηγορίες και ούτε μπορεί να ειδωθεί ξεκομμένα από την εκάστοτε σχέση. Είναι κομμάτι της σχέσης, και είναι το κομμάτι που μου αναλογεί κάθε φορά, γιατί τελικά μπορώ να επιλέγω μόνο για τον εαυτό του.
Έτσι η ευθύνη γίνεται μεγάλωμα. Γίνεται δύναμη. Γίνεται επιλογή. Κάθε φορά που αναρωτιέμαι για την ευθύνη μου, το περίγραμμα της ύπαρξης μου γίνεται πιο ξεκάθαρο και μου επιτρέπει να φαίνομαι έτσι όπως είμαι, χωρίς να κρύβομαι.
Κι έτσι το βάρος της ευθύνης γίνεται το κλειδί της απελευθέρωσης.